Δασικοί χάρτες: Τα σοβαρά λάθη, τα προβλήματα και η επίλυση

Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης Δικηγόρος Αθηνών-Συνταγματολόγος- Συνήγορος Αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος στην Ελλάδα- νομικός συνεργάτης Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ελλάδα – ΔΣ Σισμανόγλειο νοσοκομείο -νομικός σύμβουλος Βορειοηπειρωτών Ελλάδος- νομικός συνεργάτης Ουκρανών Ελλάδος- νομικός συνεργάτης πανελλήνιου συνδέσμου Αγωνιστών Κύπρου – Δ.Σ. Ιδρύματος Μπότσαρη Ελλάδος.

Το 2016 καταρτίστηκαν δασικοί χάρτες με βάση το νόμο 4389/2016, με πολλά λάθη, κάτι που οδήγησε στην μετέπειτα ακύρωση διατάξεων από το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο, το Συμβούλιο της Επικρατείας. Δημιουργήθηκε η ανάγκη επίλυσης προβλημάτων που κληρονομήθηκαν από τον νόμο 4389/2016 , οι διατάξεις του οποίου έχουν καταπέσει με αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, τόσο σε ό,τι αφορά τις οικιστικές πυκνώσεις όσο και τις εκχερσωμένες εκτάσεις.

Προβλήματα που είχαν οδηγήσει εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες σε απόγνωση, αφού έχασαν τις επιδοτήσεις τους, και είχε ως αποτέλεσμα για το 50% περίπου της επικράτειας να έχουν υποβληθεί 174.000 «αντιρρήσεις» (ενστάσεις των ιδιοκτητών). Σημειωτέον, ότι 5.000.000 στρέμματα αγροτικής γης είχαν εμφανιστεί την περίοδο 2017-2019 ως δασικά και 500.000 ΑΦΜ αγροτών αντιμετώπισαν πρόβλημα με τις εκτάσεις και τις επιδοτήσεις.

Το δεύτερο πρόβλημα ήταν ότι, εξαιτίας του επιπόλαιου τρόπου με τον οποίο είχαν καταρτισθεί οι δασικοί χάρτες, πάμπολλοι ιδιοκτήτες υποχρεώθηκαν να ασκήσουν ενστάσεις κατά των δασικών χαρτών και να προσφύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Ο αριθμός των ενστάσεων αυτών και ο ρυθμός με τον οποίο προχωρούσαν , θα είχε ως αποτέλεσμα, για τη μισή μόνο Ελλάδα, να απαιτηθούν 27 χρόνια.

Επίσης, επειδή στη σύνθεση των επιτροπών αντιρρήσεων είχαν πλειοψηφία οι δασολόγοι (2 στους 3), πολύ δύσκολα ανατρέπονταν ακόμη και άδικες αποφάσεις. Με τη νέα νομοθεσία αυξήθηκαν οι επιτροπές και άλλαξε η σύνθεσή τους (πλέον συμμετέχουν ένας δικηγόρος, ένας μηχανικός και ένας δασολόγος) προκειμένου να υπάρχουν εχέγγυα αντικειμενικότητας.
Το βασικό πρόβλημα ήταν ότι στους δασικούς χάρτες περιλαμβάνονταν ακόμη και εκτάσεις που το ίδιο το κράτος είχε αποφανθεί ότι δεν είναι δασικές. Δηλαδή, ιδιοκτήτες που είχαν στα χέρια τους επίσημα έγγραφα από το κράτος, στα οποία αναγράφεται ότι το ακίνητό τους δεν είναι δασικό, έβλεπαν το ίδιο το κράτος να αλλάζει γνώμη και να το χαρακτηρίζει δασικό. Και, εάν επρόκειτο για αγροτικά ακίνητα, να τους διακόπτει ξαφνικά τις επιδοτήσεις.
Στους δασικούς χάρτες 2016, εμφανίζονται ως δασικές εκτάσεις : κρατικά πανεπιστήμια , κτίρια υπηρεσιών περιφέρειας , κρατικό Μουσείο , σχολικά συγκροτήματα , πιστοποιημένα κρατικά αθλητικά κέντρα , διαχρονικά καλλιεργημένες εκτάσεις κ.α..
Ξεπερνούν τις 365.000 οι αντιρρήσεις που έχουν υποβληθεί επί των δασικών χαρτών, ενώ τα αιτήματα προδήλων σφαλμάτων ανέρχονται σε 92.683.    Οι αριθμοί και τα στατιστικά του Ελληνικού Κτηματολογίου είναι αποκαλυπτικά του μεγέθους του προβλήματος. Κυκλάδες, Δωδεκάνησα, Κρήτη κ.α «σκεπάζονται» κατά 50% έως 70% από δάση και ο κόσμος έχει εξαγριωθεί.
Νέοι αγρότες είναι αποφασισμένοι να εγκαταλείψουν το επάγγελμα , καθώς οι δασικοί χάρτες τους έχουν προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία.
Δυστυχώς, διαχρονικά τα Δασαρχεία δεν χορηγούν άδεια σε αγρότες, κτηνοτρόφους ή ιδιοκτήτες ακινήτων να προβούν στον καθαρισμό των ακινήτων τους και το γεγονός αυτό, καθιστά πιθανή την εκδήλωση πυρκαγιάς με ανυπολόγιστες συνέπειες για ανθρώπους, ιδιοκτησίες και δασικές εκτάσεις. Αλλά και μετά από μία καταστροφική πυρκαγιά, συνεχίζονται τα σφάλματα των Δασαρχείων και της δημόσιας διοίκησης.  Η κήρυξη των καμμένων εκτάσεων ως αναδασωτέων οδηγησε στην αναμόρφωση των αναρτημένων δασικών χαρτών, η οποία όμως έκρυβε μια πολύ δυσάρεστη έκπληξη για ορισμένους, καθώς οι ιδιοκτησίες τους είχαν ξαφνικά «πρασινίσει».

Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και ιδιοκτήτες σπιτιών με οικοδομικές άδειες οι οποίες είχαν εκδοθεί πριν το Σύνταγμα του 1975 και οι ίδιοι είχαν προβεί σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες προς τη Δασική Υπηρεσία προκειμένου αυτά να εξαιρεθούν του δασικού χάρτη ως μη δασικές εκτάσεις, ήρθαν ξαφνικά αντιμέτωποι με τον αναμορφωμένο δασικό χάρτη. Η δασική υπηρεσία κήρυξε την καμμένη έκταση αναδασωτέα συμπεριλαμβάνοντας όμως και τις ιδιοκτησίες τους ως δασικές, χωρίς να τις εξαιρέσει ως όφειλε.

Το παράδοξο μάλιστα είναι ότι ο δασικός χάρτης, ο οποίος είχε αναρτηθεί αμέσως μετά την πυρκαγιά, εξαιρούσε όλες αυτές τις ιδιοκτησίες ως μη δασικές. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο σε αυτό το διάστημα είχαν γίνει και αγοροπωλησίες καμμένων αλλά νόμιμων κατοικιών.

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 117 του Συντάγματος, προβλέπεται ότι δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν, κρίνονται υποχρεωτικά και άμεσα αναδασωτεες και δεν μπορούν να διατεθούν για άλλον προορισμό. Το Σύνταγμα της χώρας, αποτελεί τον υπέρτατο νόμο του κράτους. Οι Δασικοί Χάρτες του 2016, κρίθηκαν Αντισυνταγματικοι με διάφορες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, που αποτελεί το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο στην Ελλάδα (ΣτΕ 1118/2018, ΣτΕ 1411/2019, ΣτΕ 156/2019 κ.α.).

Με τον νόμο 4685/2020 οι επιδοτήσεις αποκαταστάθηκαν αμέσως, οι αγρότες σώθηκαν (καθώς κινδύνευαν να χάσουν οριστικά την ιδιότητα του αγρότη, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία) και τουλάχιστον οι μισοί πολίτες που είχαν υποβάλει αντιρρήσεις, δικαιώθηκαν.

Με τον νέο νόμο καταργείται  ο παραλογισμός: έβγαλε αυτομάτως εκτός δασικών χαρτών όλες τις περιοχές εκείνες, τις οποίες το ίδιο το κράτος (με πράξεις του) είχε χαρακτηρίσει ως μη δασικές (είτε για καλλιέργεια, είτε για βιομηχανική ή τουριστική μονάδα) και επέστρεψε στους αγρότες τις επιδοτήσεις που είχαν στερηθεί άδικα.

Με τη νέα νομοθεσία αυξήθηκαν οι επιτροπές και άλλαξε η σύνθεσή τους (πλέον συμμετέχουν ένας δικηγόρος, ένας μηχανικός και ένας δασολόγος) προκειμένου να υπάρχουν εχέγγυα αντικειμενικότητας.

Επιπλέον, μία σημαντική παρέμβαση του νέου νόμου είναι ότι προβλέφθηκε ότι, όταν εξετάζεται η αντίρρηση κάποιου πολίτη και δικαιώνεται από την Επιτροπή Αντιρρήσεων, τότε αυτομάτως θα μπορεί να χρησιμοποιήσει το ακίνητό του χωρίς να περιμένει την εκδίκαση όλων των άλλων υποθέσεων, όπως συνέβαινε μέχρι τώρα.

Η διαδικασία εξέτασης αιτήματος για υπαγωγή στο άρθρο 47 απαιτεί 25 στάδια (έγγραφα, διαβιβαστικά, αποφάσεις κτλ), με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση στην εξέταση.

Ανάλογα ισχύουν και για την εξέταση υπαγωγής στο άρθρο 67.

Σε πολλές περιοχές , που είναι άγονες και δεν είναι δυνατή η Μηχανική καλλιέργεια, πολλές ιδιοκτησίες με ευκολία χαρακτηρίζονται ως Δασικές παρά το ό,τι υπάρχουν αποδείξεις, ότι ήταν καλλιεργήσιμη έκταση.

Το πρόβλημα εντείνεται, με την αδυναμία κατοχής και την προσκόμιση συμβολαίων για τις ιδιοκτησίες τους, αφού πολλές μεταβιβάσεις γίνονταν δια «λόγου» ή είχαν καταστραφεί τα «Υποθηκοφυλακεία».

Στις περιοχές όπου δεν ισχύει το τεκμήριο κυριότητας υπέρ του Δημοσίου, το υπουργείο περιβάλλοντος νομοθέτησε ότι για τις περιοχές αυτές (νησιά Ιονίου, Κρήτη, Λέσβος, Σάμος, Χίος, Κυκλάδες, Κύθηρα, Αντικύθηρα, Δωδεκάνησα και Μάνη) το Δημόσιο δεν προβάλλει δικαιώματα ιδιοκτησίας σε δάση και δασικές εκτάσεις, εκτός αν διαθέτει τίτλους ιδιοκτησίας.

Στους περίπου 3.000 κατόχους κατοικιών σε δάση και δασικές εκτάσεις που υπέβαλαν τη σχετική αίτηση δόθηκε η ευκαιρία να δηλώσουν, με την καταβολή παραβόλου ύψους 250 ευρώ, τις κατοικίες τους στη διαδικτυακή πλατφόρμα του Κτηματολογίου, ώστε να ανασταλούν οι διαδικασίες κατεδάφισης και επιβολής προστίμων για 30 έτη. Στη συνέχεια, αφού συγκεντρωθούν τα στοιχεία των δηλώσεων, θα εκδοθεί Προεδρικό Διάταγμα που θα καθορίζει τους όρους διατήρησης ή κατεδάφισης των κατοικιών που έχουν δηλωθεί. Από τα παραπάνω αποκλείονται όσα κτίρια δεν έχουν χαρακτήρα κατοικίας, έχουν ανεγερθεί μετά την 28η Ιουλίου 2011, βρίσκονται σε περιοχές που ισχύουν ειδικές προστατευτικές διατάξεις.

Μέχρι να κυρωθεί το επίμαχο τμήμα του δασικού χάρτη, στο σχετικό συμβόλαιο προσαρτάται αντίγραφο της απόφασης της ΕΠΕΑ με τον Αριθμό Διαδικτυακής Ανάρτησης (ΑΔΑ) από τη Διαύγεια και με επισυναπτόμενο τοπογραφικό διάγραμμα επί του οποίου βεβαιώνεται ότι το ακίνητο είναι αυτό ως προς το οποίο έχουν γίνει δεκτές οι αντιρρήσεις.

Μετά την κύρωση του δασικού χάρτη κάθε μεταβολή των εμπράγματων δικαιωμάτων σε δασικού χαρακτήρα εκτάσεις πρέπει να συνοδεύεται από σχετικό πιστοποιητικό της αρμόδιας Διεύθυνσης Δασών. Αν η έκταση δεν έχει δασικό χαρακτήρα, τότε αρκεί υπεύθυνη δήλωση επί του τοπογραφικού διαγράμματος που συνοδεύει τη σχετική πράξη του συμβολαιογράφου, με την οποία δηλώνεται ότι το συγκεκριμένο ακίνητο δεν έχει δασικό χαρακτήρα.

Το υπουργείο περιβάλλοντος με νομοθετική ρύθμιση έδωσε το δικαίωμα σε ιδιοκτησίες που περιλαμβάνουν και δασικές και αγροτικές εκτάσεις να μπορούν να μεταβιβάζονται, ως προς το μη δασικό τμήμα, χωρίς αυτό να θεωρείται κατάτμηση.

Εφόσον το τμήμα του γεωτεμαχίου που δεν εμπίπτει στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας πληροί τους όρους αρτιότητας, τότε εκδίδεται άδεια δόμησης.

Στις περιπτώσεις που οι αποφάσεις των ΕΠΕΑ εξαιρούν εκτάσεις της υπαγωγής τους στον δασικό χάρτη ως δάση ή δασικές, αυτές γνωστοποιούνται (ενόψει της μη αρμοδιότητας της ΕΠΕΑ για την ανάκληση της οικείας αναδασωτικής απόφασης) στον αρμόδιο συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης για την ανάκληση της απόφασης αναδάσωσης.

 

Η διόρθωση προδήλου σφάλματος γίνεται με την υποβολή του εντύπου “Αίτηση Διόρθωσης Προδήλου Σφάλματος”, είτε από τον δικαιούχο είτε από τρίτο πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον (π.χ. δανειστή, κληρονόμο), στο Κτηματολογικό Γραφείο.

Διαδικασία:

-Συμπλήρωση έντυπης αίτησης με αναγραφή του ΚΑΕΚ του ακινήτου/ων, που αυτή αφορά και πλήρη περιγραφή του σφάλματος και του αιτήματος διόρθωσης  .

-Κατάθεση της αίτησης στο Κτηματολογικό Γραφείο με επισυναπτόμενα αντίγραφα των εγγράφων από τα οποία προκύπτουν τα ορθά στοιχεία της εσφαλμένης εγγραφής.

Πρόδηλα σφάλματα στη διαδικασία κατάρτισης του δασικού χάρτη ορίζονται, μεταξύ άλλων, η εσφαλμένη τεχνική απόδοση των οριογραμμών επί των φωτογραμμετρικών υποβάθρων, η λανθασμένη απεικόνιση αγροτικής έκτασης ως δασικής, η παράλειψη εκ παραδρομής της αποτύπωσης σαφώς δασικής έκτασης εντός ευρύτερης άλλης μορφής (αγροτικής κ.λπ.) και το αντίστροφο (σ.σ.: αναλυτικά 153394/919/12.04.2017 ΥΑ).

Εαν δεν γίνει δεκτή η αντίρρηση:

Ο ενδιαφερόμενος έχει το δικαίωμα άσκησης αίτησης ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά της πράξης ολικής κύρωσης του δασικού χάρτη για το τμήμα εκείνο της αντίρρησης που η ΕΠΕΑ δεν έκανε αποδεκτό.

 

Οι ιδιοκτήτες ακινήτων που δεν πρόλαβαν να υποβάλουν αντίρρηση επί του περιεχομένου των δασικών χαρτών:

Μπορούν να καταθέσουν αίτημα αναμόρφωσης του κυρωμένου δασικού χάρτη στην οικεία Διεύθυνση Δασών, εφόσον έχουν διοικητική πράξη που δεν συμπεριελήφθη σε αυτόν. Επίσης μπορούν να υποβάλουν αίτημα διόρθωσης (αναμόρφωση) με πρόδηλο σφάλμα.

Οι πράξεις της διοίκησης που μπορούν να αναμορφώσουν τον κυρωμένο δασικό χάρτη είναι, μεταξύ άλλων, εγκεκριμένα ρυμοτομικά σχέδια πόλης, αποφάσεις χαρακτηρισμού οικισμού ως προϋφισταμένου του έτους 1923, πράξεις οριοθέτησης, παραχωρητήρια αγροτικών κλήρων κ.ά. (σ.σ.: αναλυτικά ΥΠΕΝ/ΔΠΔ/64663/2956/2020).

Το Δημόσιο δεν προβάλλει δικαιώματα κυριότητας σε εκτάσεις που εμφανίζονται στις αεροφωτογραφίες του 1945, ή, εφόσον αυτές δεν είναι ευκρινείς, του 1960, με αγροτική μορφή που δασώθηκαν μεταγενέστερα, ανεξάρτητα από τη μορφή που απέκτησαν αργότερα, επί των οποίων το Δημόσιο δεν θεμελιώνει δικαιώματα κυριότητας βάσει τίτλου. Πρωτόκολλα διοικητικής αποβολής που έχουν εκδοθεί για τις ανωτέρω εκτάσεις ανακαλούνται ακόμη και αν τελεσιδίκησαν δικαστικά.

Αν οι εκτάσεις της παρ. 1 εντάσσονται στην παρ. 1 του άρθρου 3, τότε εμβαδόν αυτών έως τριάντα (30) στρέμματα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για γεωργική και δενδροκομική εκμετάλλευση, χωρίς να επιτρέπεται η περαιτέρω αλλαγή της χρήσης τους. Δικαίωμα να ζητήσουν την αλλαγή της χρήσης για γεωργική και δενδροκομική εκμετάλλευση έχουν όσοι αξιώνουν δικαιώματα κυριότητας επί των ανωτέρω εκτάσεων, δυνάμει τίτλων νόμιμα μεταγεγραμμένων. Σε εκτάσεις που εμφανίζονται στις αεροφωτογραφίες του 1945, ή, εφόσον αυτές δεν είναι ευκρινείς, του 1960, με αγροτική μορφή που δασώθηκαν μεταγενέστερα, ανεξάρτητα από τη μορφή που απέκτησαν αργότερα, επί των οποίων το Δημόσιο δεν θεμελιώνει δικαιώματα κυριότητας βάσει τίτλου. Πρωτόκολλα διοικητικής αποβολής που έχουν εκδοθεί για τις ανωτέρω εκτάσεις ανακαλούνται ακόμη και αν τελεσιδίκησαν δικαστικά.

 

Η νομοθετική ρύθμιση προβλέπει διαφορετική μεταχείριση για τους δασωθέντες αγρούς, ανάλογα με τη μορφή που απέκτησαν αργότερα (δάσος ή δασική έκταση). Ο ειδικότερος χαρακτηρισμός της έκτασης ως δάσους ή δασικής, για την εφαρμογή της ρύθμισης, διενεργείται:

-από την Επιτροπή Δασολογίου Περιφερειακής Ενότητας, για τις περιοχές που υπάρχει αναρτημένος δασικός χάρτης, ακόμη και αν η συγκεκριμένη έκταση έχει κηρυχθεί αναδασωτέα,

-με την έκδοση πράξης χαρακτηρισμού, στις περιοχές που δεν καλύπτονται από αναρτημένο δασικό χάρτη.

 

Αγροί που απέκτησαν μορφή δασικής έκτασης (παρ. 2 του άρθρου 3, ν. 998/79).

Δεν υπάγονται στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας και επιτρέπεται η απομάκρυνση της φυόμενης δασικής βλάστησης, μετά από άδεια του οικείου Δασάρχη ή του Διευθυντή Δασών εάν δεν υφίσταται Δασαρχείο στον νομό, κατόπιν αιτήσεως του προσώπου που προβάλλει δικαιώματα κυριότητας στην έκταση. Ο ενδιαφερόμενος, προκειμένου να αποδείξει το έννομο συμφέρον του να αιτηθεί την απομάκρυνση της δασικής βλάστησης, συνυποβάλλει με την αίτησή του

-είτε συμβολαιογραφικούς τίτλους,

-είτε δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε9),

-είτε ένορκες βεβαιώσεις,

-είτε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο από το οποίο να πιθανολογείται ο νομικός δεσμός του με το ακίνητο.

Διοικητικές πράξεις που εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογή της δασικής νομοθεσίας για την προστασία των ανωτέρω εκτάσεων, ανακαλούνται.

 

Αγροί που απέκτησαν μορφή δάσους (παρ. 1 του άρθρου 3, ν. 998/79).

Εμβαδόν αυτών έως τριάντα (30) στρέμματα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για γεωργική και δενδροκομική εκμετάλλευση, χωρίς να επιτρέπεται η περαιτέρω αλλαγή της χρήσης τους.

Δικαίωμα να ζητήσουν την αλλαγή της χρήσης για γεωργική και δενδροκομική εκμετάλλευση έχουν όσοι αξιώνουν δικαιώματα κυριότητας επί των ανωτέρω εκτάσεων, δυνάμει τίτλων νόμιμα μεταγεγραμμένων.

Η αλλαγή της χρήσης επιτρέπεται, κατόπιν άδειας που χορηγείται από τον Γενικό Διευθυντή Δασών στον οποίο υπάγεται η αρμόδια Δασική Υπηρεσία, μετά από εισήγηση του οικείου Δασάρχη ή του Διευθυντή Δασών, εάν δεν υφίσταται Δασαρχείο στον νομό.

Ειδικά, για εκτάσεις μεγαλύτερες των πέντε (5) στρεμμάτων, προκειμένου να χορηγηθεί άδεια, διαπιστώνεται, με βάση σχετική οικονομοτεχνική μελέτη, ότι συντρέχουν σωρευτικά οι κάτωθι προϋποθέσεις:

Οι εδαφολογικές και οικολογικές συνθήκες συνηγορούν υπέρ αυτού του τρόπου εκμετάλλευσης,πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης έγκρισης επέμβασης για γεωργική εκμετάλλευση (παρ. 4 του άρθρου 47 ν. 998/79), και η συγκεκριμένη έκταση, λόγω της θέσης, της αλληλεξάρτησης και της σύνδεσής της με τις γειτονικές δασικού χαρακτήρα εκτάσεις, δύναται να ανακτήσει τη δασική της βλάστηση με φυσική αναγέννηση, μετά το πέρας της γεωργικής εκμετάλλευσης.

Η οικονομοτεχνική μελέτη, η οποία συνοδεύεται από τοπογραφικό διάγραμμα της έκτασης, συντάσσεται από ιδιώτη γεωτεχνικό επιστήμονα, σε περίπτωση δε που αυτός δεν είναι δασολόγος, απαιτείται συνυπογραφή αυτής και από δασολόγο και εγκρίνεται με την άδεια αλλαγής χρήσης της έκτασης.

Το περιεχόμενο της μελέτης ορίζεται στο παράρτημα της υπό στοιχεία οικ.133389/6588/10.12.2015 απόφασης του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β’ 2860).

Στις ανωτέρω εκτάσεις, πέραν της επιτρεπτής επέμβασης, εφαρμόζονται και οι υπόλοιπες διατάξεις της δασικής νομοθεσίας περί επιτρεπτών επεμβάσεων.

Στην ίδια διαδικασία υπάγονται και τα ακίνητα δασικού χαρακτήρα που διατέθηκαν ως κληροτεμάχια, τα οποία εμφανίζονται στις πλησιέστερες στον χρόνο της παραχώρησης αεροφωτογραφίες με αγροτική μορφή και δασώθηκαν μεταγενέστερα, ανεξάρτητα από τη μορφή που απέκτησαν αργότερα.

Εν κατακλείδι, χρειάζεται περαιτέρω βελτίωση της νομοθεσίας για την απλούστευση της διαδικασίας διόρθωσης δασικών χαρτών. Τα σφάλματα στους δασικούς χάρτες , προέκυψαν με υπαιτιότητα του ελληνικού δημοσίου και ο πολίτης υφίσταται ταλαιπωρία και οικονομική επιβάρυνση για την επίλυση των προβλημάτων που προέκυψαν με ευθύνη του δημοσίου. Εκτός από την αυτονόητη προστασία των δασών, το άρθρο 17 του Συντάγματος προβλέπει την αυτονόητη προστασία των ιδιοκτητών ακινήτων, οι οποίοι καταβάλουν φόρους, ΕΝΦΙΑ, ασφαλιστικές εισφορές, δημοτικά τέλη και όλα τα τέλη που περιλαμβάνουν οι λογαριασμοί κοινής ωφέλειας. Οι αγρότες μειώνονται δραματικά εξαιτίας του δημογραφικού προβλήματος της χώρας και εκτός από τα εμπόδια των απρόβλεπτων καιρικών συνθηκών και της ακρίβειας, έχουν να αντιμετωπίσουν και το εμπόδιο της ” δήμευσης” της περιουσίας τους από τους δασικούς χάρτες, ενώ από  παλαιότερες αεροφωτογραφίες του ίδιου κράτους , προκύπτει διαχρονικά καλλιεργημένη έκταση.