Τεκμήριο κυριότητος υπέρ του Δημοσίου: Στα δάση και στις δασικές εκτάσεις ισχύει το υπέρ του Δημοσίου μαχητό τεκμήριο κυριότητας. Στην πράξη το τεκμήριο λειτουργεί με τη λογική ότι όποια έκταση έχει δασική βλάστηση ανήκει κατά τεκμήριο στο Δημόσιο, εκτός αν υπήρξε διοικητική αναγνώριση (μέσω Συμβουλίου Ιδιοκτησίας Δασών και απόφασης υπουργού) ή τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίων, σε αντιδικία με το Δημόσιο.
H χορτολιβαδική – φρυγανική βλάστηση είναι η ποώδης βλάστηση και τα φρύγανα (θυμάρια, ασφάκες, αφάνες κ.ά.). Οι χορτολιβαδικές εκτάσεις, ή αλλιώς χορτολιβαδικά εδάφη, αποτελούν εκτάσεις οι οποίες βρίσκονται, εννοιολογικά, μεταξύ των δασικών και γεωργικών εκτάσεων, αφού ούτε καλλιεργούνται συστηματικά, ούτε όμως και συγκεντρώνουν τα χαρακτηριστικά των δασικών οικοσυστημάτων, κυρίως λόγω μικρού ποσοστού κάλυψης από άγρια ξυλώδη φυτά.
Οι χορτολιβαδικές εκτάσεις που βρίσκονται υπεράνω των δασών (ψευδαλπικά ή θερινά λιβάδια), καθώς επίσης και όσες βρίσκονται εντός δασών και δασικών εκτάσεων (δασικά διάκενα), προστατεύονταν από παλιά και συνεχίζουν να προστατεύονται από τη δασική νομοθεσία ως δασικές εκτάσεις, για λόγους διατήρησης του ενιαίου και αδιάσπαστου χαρακτήρα των δασικών οικοσυστήματων, αλλά και για περιβαλλοντικούς λόγους (π.χ. προστασία εδαφών των ορεινών λεκανών απορροής).
Πρόκειται για δασικά οικοσυστήματα που εξαιρέθηκαν από τη δασική προστασία με τον N. 998/79, ο οποίος όμως τα διατηρούσε ως δημόσια περιουσία και τα προστάτευε. Ο νόμος 1734/87 περί βοσκοτόπων επιχείρησε να εξαιρέσει από την προστασία μεγάλες εκτάσεις με χορτολιβαδική και φρυγανική βλάστηση, κατέπεσε όμως στο ΣτΕ και κατέστη ανενεργός.
Μέχρι το 2014 οι δημόσιες χορτολιβαδικές και βραχώδεις εκτάσεις χαρτογραφούνταν κατά τη σύνταξη των Δασικών Χαρτών, το δε Δημόσιο διά των Δ/νσεων Δασών συμπεριλάμβανε αυτές στη δήλωση του Δημοσίου κατά τη διαδικασία της κτηματογράφησης του Εθνικού Κτηματολογίου.
Με τον ν.4280/2014 οι χορτολιβαδικές εκτάσεις διακρίθηκαν σε πεδινές και ορεινές – ημιορεινές ή ευρισκόμενες επί ανωμάλων εδαφών. Οι πεδινές δημόσιες χορτολιβαδικές εκτάσεις αποδεσμεύονται πλήρως από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας! Ακόμα και τελεσίδικες Πράξεις Χαρακτηρισμού ανακαλούνται με την έκδοση διαπιστωτικών πράξεων.
Με δεδομένο ότι τα κριτήρια διαχωρισμού των πεδινών χορτολιβαδικών εκτάσεων είναι σωρευτικά (π.δ.32/2016) το υψόμετρο (100 μ.), η μέση κλίση (8%) και η μέγιστη κλίση (12%). Με το νέο σχέδιο οι χορτολιβαδικές εκτάσεις, φρυγανώδεις κτλ. νοούνται μεν ως δασικές εφόσον περικλείονται από δάση ή δασικές εκτάσεις ή αν βρίσκονται πάνω από αυτές. Εκτάσεις χορτολιβαδικές που δεν περικλείονται από δάση και δασικές εκτάσεις υπάρχουν πολλές στα χαμηλά υψόμετρα, εκεί που τελειώνουν τα δάση (Αιγάλεω, Υμηττός, λόφοι στη Λάρισα ή στο οροπέδιο της Κοζάνης, στις κοιλάδες που περιβάλλονται από αγροτικές εκτάσεις, σε νησιωτικές περιοχές κ.α.).
Ολα αυτά (και με τον περιορισμό του 25% της συγκόμωσης από τον ορισμό του δάσους και της δασικής έκτασης) απαρτίζουν εκατομμύρια στρέμματα χορτολιβαδικών εκτάσεων που μένουν τελείως απροστάτευτα από τη δασική νομοθεσία και παρεπόμενα από την προστασία τους ως δημοσίων κτημάτων.
Δάση των οποίων το ιδιοκτησιακό καθεστώς δεν έχει επιλυθεί έναντι του Δημοσίου (το Δημόσιο λέει ότι είναι δικά του κατά κυριότητα, αλλά τρίτοι τα διεκδικούν και τα κατέχουν). Υπολογίζονται σε 5%-10% του συνόλου των δασών και δασικών εκτάσεων.
Το «διακατεχόμενο» δεν υπάρχει ως νομική έννοια. H ιστορία αρχίζει το 1836, όταν επιχειρήθηκε να ξεκαθαρισθεί το ζήτημα των λεγομένων τότε διαφιλονικούμενων δασών από ειδική επιτροπή χωρίς όμως αποτέλεσμα. Αυτά, από το 1900 και μετά, ονομάζονται διακατεχόμενα, και οι φερόμενοι ως ιδιοκτήτες τους δεν έχουν αναγνωρισμένους τίτλους.
Υπάρχουν πολλές υποπεριπτώσεις διακατεχομένων – με δικαστική απόφαση αναγνωρίστηκε η νομή τους σε ιδιώτες και η κυριότητα παρέμεινε στο Δημόσιο ή χωρίς δικαστικές αποφάσεις και ιδιοκτησιακό ξεκαθάρισμα έγιναν αντικείμενο αγοραπωλησιών με ανίσχυρους τίτλους ιδιοκτησίας ή συμβόλαια μεταβίβασης κ.ά.
Το σχέδιο νόμου ρυθμίζει συνολικά το ζήτημα των διακατεχομένων με «εξαγορά»:
– Αν θέλει να τα πάρει το Δημόσιο θα εξαγοράσει την κατοχή από τον ιδιώτη ή αν θέλει να τα πάρει ο ιδιώτης θα εξαγοράσει την επικαλούμενη από το Δημόσιο κυριότητα. H καταβαλλόμενη αποζημίωση ορίζεται στο ήμισυ της αξίας του δασοκτήματος. Οπως εκτιμούν οι δασολόγοι, όμως, εξαγορές θα γίνουν μόνο από την πλευρά των διακατόχων και όχι από το Δημόσιο που τα θεωρεί «βάρος». Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Ταμείο Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών, υπήρχε ένας ειδικός κωδικός αριθμός και ένα μικρό ποσό για απαλλοτριώσεις – εξαγορές ιδιωτικών και διακατεχόμενων δασών. Καταργήθηκε όμως και δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη και καμία πρόθεση για εξαγορά.
Μια έκταση για να χαρακτηριστεί δάσος ή δασική πρέπει να είναι τουλάχιστον τρία στρέμματα κατά προτίμηση με γεωμετρική μορφή κατά το δυνατόν αποστρογγυλωμένη ή σε λωρίδα πλάτους τουλάχιστον 30 μέτρων! H αποστρογγυλωμένη μορφή παραπέμπει σε έκταση συμμετρική, συμπαγή και σχετικά στρογγυλή όπως φαίνεται από ψηλά ενώ η λωρίδα είναι «γλώσσες» με δασική βλάστηση που συνήθως υπάρχουν ανάμεσα σε χωράφια.
Σε όλη την ελληνική επικράτεια αφθονούν οι δασικές «νησίδες» κάτω από τρία στρέμματα: Ετσι μένουν χωρίς την προστασία της δασικής νομοθεσίας πολλές δασώδεις εκτάσεις μικρότερες των 3 στρεμμάτων, όπως στη Χαλκιδική, στα νησιά του Αιγαίου, στην Αττική (Πεντελικό), στον Υμηττό, στη Σταμάτα, στον Διόνυσο, στην Ηπειρο (Ζαγόρια), στη Στερεά Ελλάδα (Καρπενήσι), σε Καρδίτσα, Ελάτη κ.α. Ανοίγει δε ο δρόμος για νέες απαιτήσεις όσων δεν μπορούσαν ως τώρα να ζητήσουν αποχαρακτηρισμό τέτοιων εκτάσεων, ιδιαίτερα σε παραλιακές ζώνες. Ακόμη και 100% δάσος, αν είναι κάτω από 3 στρέμματα αποχαρακτηρίζεται!
Δάσος που αποτελείται από αείφυλλα φυτά, φυτά δηλαδή που διατηρούν τα φύλλα τους [όπως το πουρνάρι, η μυρτιά, η αρία (είδος δρυός), ο σχίνος, το φιλίκι, η κουμαριά], ή από φυλλοβόλα (όπως το χρυσόξυλο, η βάτος κ.ά). Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, αυτά χαρακτηρίζονται ως δασικές εκτάσεις όταν η συγκόμωση είναι μικρότερη του 25%. Οσα λοιπόν από αυτά τελικά μένουν εκτός, εκπίπτουν στην κατηγορία των χορτολιβαδικών, που δεν προστατεύονται από τη δασική νομοθεσία.
Είναι πευκοδάση χαλεπίου πεύκης που παραχωρήθηκαν πάλαι ποτέ (1923) σε ρητινοσυλλέκτες για να συλλέγουν ρητίνη (ακτές Κορινθίας, Εύβοιας, Χαλκιδικής κ.α.). Με το νέο σχέδιο για τα δάση, το δικαίωμα ρητινοσυλλογής (σε 2-3 εκατομμύρια στρέμματα) γίνεται κυριότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από χρόνια στην Περαχώρα, στο Σοφικό της Κορινθίας και στη Μεγαρίδα είχε δοθεί η κυριότητα σε ρητινοσυλλέκτες με το σκεπτικό να τα συντηρούν ως δάση, να τα φροντίζουν κτλ. χωρίς όμως να μπορούν να τα πουλήσουν, να τα εκμεταλλευτούν οικιστικά ή όπως αλλιώς. Καθώς όμως απαξιώθηκε η ρητίνη και αντικαταστάθηκε από άλλα προϊόντα (καταργήθηκε δηλαδή ως επάγγελμα ο ρητινοσυλλέκτης), οι έχοντες το δικαίωμα της ρητινοσυλλογής το μεταβίβασαν σε οικοδομικούς συνεταιρισμούς, οι οποίοι έχουν αποκτήσει την κυριότητα σε αυτές τις εκτάσεις. Κάποιοι από αυτούς, με τις διατάξεις που ίσχυαν προ του Συντάγματος του 1975, κατάφεραν ήδη και έχτισαν (όπως σε Θρακομακεδόνες, Βουτζά, Ντράφι κ.α.). Με τις νέες ρυθμίσεις, όσοι ακόμη έχουν το δικαίωμα ρητινοσυλλογής σε δημόσια δάση θα μπορούν πλέον να τα εκμεταλλευτούν αφού τους χαρίζεται η κυριότητα.
Ανόροφος είναι τα δέντρα που φτιάχνουν την κομοστέγη – δηλαδή οι κόμες όλων των ψηλών δέντρων, εκείνων που «βλέπουν» τον ήλιο.
Ο υπόροφος αποτελείται από τις φυλλωσιές και τα κλαδιά των δέντρων που είναι δίπλα τους και πιο χαμηλά – π.χ. εκείνων που αντέχουν στη σκιά.
Το νέο νομοσχέδιο ορίζει ότι για να χαρακτηριστεί μια έκταση με δασικά είδη ως δάσος θα πρέπει η συγκόμωση του ανορόφου (δηλαδή η κάλυψη με μεγάλα δέντρα) να υπερβαίνει το 15% και στην περίπτωση που δεν υπάρχει υπόροφος, ο ανόροφος να ξεπερνά το 25%. Σύμφωνα με τους δασολόγους, τέτοιου είδους προσδιορισμοί μάλλον σύγχυση θα προκαλέσουν και κυρίως θα καταργήσουν ό,τι κτηματογραφική δουλειά έχει γίνει ως σήμερα για τα δάση. Με τα κριτήρια αυτά, εκτάσεις που ως σήμερα θεωρούνταν δάσος εκπίπτουν στην κατηγορία των δασικών εκτάσεων. Αυτό σημαίνει ότι ως δασικές εκτάσεις πλέον θα μπορούν να αλλάξουν χρήση, δηλαδή θα επιτρέπονται επεμβάσεις και δημιουργία διαφόρων εγκαταστάσεων εκεί που ως τώρα δεν επιτρεπόταν (σε όσα χαρακτηρίζονται ως δάση δεν επιτρέπεται η αλλαγή προορισμού τους παρά μόνο για το μείζον εθνικό συμφέρον, π.χ. εθνική άμυνα).
H σκιά που αφήνει η κόμη (κλαδιά και φυλλωσιά) όλων των δέντρων (που περιλαμβάνονται στο δάσος και στη δασική έκταση) στο έδαφος όταν ο ήλιος πέφτει κάθετα. Πρόκειται για τη σκιά που σχηματίζεται στο έδαφος, δηλαδή με απλά λόγια και σε γενικές γραμμές είναι ο βαθμός κάλυψης του εδάφους από τη βλάστηση. Το δασικό νομοσχέδιο θεωρεί δάσος και δασική έκταση μόνο εκείνα που έχουν συγκόμωση μεγαλύτερη από 25%, ενώ ως σήμερα το ποσοστό ήταν 15%. Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις με μικρή συγκόμωση υπολογίζονται στην Ελλάδα στα 11-13 εκατομμύρια στρέμματα, τα οποία βγαίνουν από τη δασική προστασία.
1. Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις, δια την αποτελεσματική και διαρκή προστασία των, διακρίνονται αναλόγως προς την ωφελιμότητα και τις λειτουργίας τις οποίας εξυπηρετούν ως ακολούθως:
α) Δάση και δασικές εκτάσεις που παρουσιάζουν ιδιαίτερο επιστημονικό, αισθητικό, οικολογικό και γεωμορφολογικό ενδιαφέρον ή περιλαμβάνονται σε ειδικές ζώνες διατήρησης και ζώνες ειδικής προστασίας (εθνικοί δρυμοί, αισθητικά δάση, υγροβιότοποι, διατηρητέα μνημεία της φύσης, δίκτυα και περιοχές προστατευόμενα από τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, αρχαιολογικοί χώροι, το άμεσο περιβάλλον μνημείων και ιστορικοί τόποι).
β) Δάση και δασικές εκτάσεις οι οποίες ασκούν ιδιαιτέρα προστατευτική επίδραση επί των εδαφών και των υπογείων υδάτων, ως οι κείμενες εντός λεκανών απορροής χειμάρρων, οι υπερκείμενες πόλεων, χωρίων ή οικισμών, οι ασκούσες προστασία επί παρακειμένων φυσικών ή πολιτιστικών μνημείων ή σημαντικών τεχνικών έργων (προστατευτικά δάση και δασικές εκτάσεις).
γ) Δάση και δασικές εκτάσεις, οι οποίες παρουσιάζουν ιδιαιτέρα σημασία από απόψεως παραγωγής δασικών προϊόντων ή άλλων αγαθών πρωτογενούς παραγωγής (εκμεταλλεύσιμα ή παραγωγικά δάση και δασικές εκτάσεις).
δ) Δάση και δασικές εκτάσεις προσφερόμενες δι’ αναψυχή του πληθυσμού ή που αποτελούν παράγοντα συνθηκών διαβιώσεως αυτού εν τη περιοχή ή της τουριστικής αναπτύξεως ταύτης (δάση και δασικές εκτάσεις αναψυχής).
ε) Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις, οι που δεν εμπίπτουν εις οιανδήποτε των κατηγοριών α’ έως δ’.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η παράγραφος 1 τίθεται όπως τροποποιήθηκε με τις παραγράφους 3)α και 3)β του άρθρου 1 του νόμου 3208/2003 (ΦΕΚ 303/Α/2003).
2. Από της απόψεως της θέσεως των δασών και δασικών εκτάσεων εν σχέσει προς τους χώρους ανθρώπινης εγκαταστάσεως και δραστηριότητος, διακρίνονται:
α) Πάρκα και άλση εντός των πόλεων ή των οικιστικών περιοχών.
β) Δάση και δασικές εκτάσεις κείμενες επί ζώνης πλάτους 1.000 m από της θαλάσσης, δι’ όλες τις παράκτιες περιοχές της Χώρας (παραλιακά δάση), 500 m γύρωθεν της όχθης των λιμνών (παραλίμνια δάση) και 200 m εκατέρωθεν της όχθης των ποταμών.
γ) Δάση και δασικές εκτάσεις κείμενες εντός ζώνης πλάτους 1.000 m εκατέρωθεν των εθνικών οδών και 200 m εκατέρωθεν επαρχιακών οδών.
δ) Δάση και δασικές εκτάσεις κείμενες εντός ή πέριξ τουριστικών περιοχών ή λουτροπόλεων και εις ακτίνα 3.000 m από του κέντρου τούτων.
ε) Δάση και δασικές εκτάσεις που βρίσκονται γύρω από αρχαιολογικούς χώρους, ιστορικούς τόπους, ή μνημεία ή παραδοσιακούς οικισμούς και σε ακτίνα 3.000 m από το κέντρο αυτών.
στ) Δάση και δασικές εκτάσεις κείμενες εντός βιομηχανικών ζωνών ή εις τις παρυφές βιομηχανικών περιοχών και εντός ζώνης 1.000 m από της περιφέρειας τούτων.
ζ) Δάση και δασικές εν γένει εκτάσεις κείμενες εντός της περιφέρειας του νομού Αττικής.
3. Δια προεδρικού διατάγματος εκδιδομένου με πρόταση του Υπουργού Γεωργίας είναι δυνατόν όπως:
Άρθρο 4: Κατηγορίες δασών και δασικών εκτάσεων
α) προσαυξάνονται οι εν τη παράγραφο 2 αποστάσεις μέχρι και του ημίσεος των αυτόθι προβλεπομένων ορίων εις ορισμένες περιοχές της Χώρας,
β) προστίθενται και έτεροι νομοί εις την κατηγορία ζ’ της παραγράφου 2.